Η γαλάζια κυβέρνηση, συνεχίζοντας την πολιτική της πράσινης, κάνει νέες «τομές» με βάση τα γνωστά σλόγκαν: «Ανταγωνιστικότητα»», «αναδιάρθρωση», «μεταρρυθμίσεις», «ανάπτυξη», «εξυγίανση», «εκσυγχρονισμός», δηλαδή, τις λέξεις πάνω στις οποίες βασίζεται η προπαγάνδα του συστήματος για να δικαιολογηθεί ο νεοφιλελευθερισμός. Υποστηρίζεται ότι οι υψηλοί μισθοί και οι παροχές στους εργαζόμενους φρενάρουν την «ανάπτυξη» και γι’ αυτό είναι αναγκαία π.χ. η κατάργηση της μονιμότητας και οι εργασιακές αλλαγές στις ΔΕΚΟ. Άμεσος στόχος βέβαια είναι η ελαστικοποίηση της εργασίας και η πλήρης εξομοίωση του δημόσιου τομέα με τον ιδιωτικό και τελικός στόχος η συρρίκνωση του μέσω των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων και της δραστικής μείωσης των δημόσιων επενδύσεων καθώς και το πετσόκομμα του κοινωνικού κράτους. Παράλληλα, για να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις, μειώνονται τα φορολογικά βάρη πάνω στις ελίτ και τα προνομιούχα στρώματα. «Για το καλό της εθνικής οικονομίας» λοιπόν, για άλλη μια φορά εμείς οι εργαζόμενοι θα πληρώσουμε το βαρκάρη.

Όμως ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλά η επιλογή αυτής ή της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά μονόδρομος εφ όσον, στο πλαίσιο της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, η ανταγωνιστικότητα είναι πράγματι το αποφασιστικό κριτήριο της επιτυχίας μιας οικονομίας με ανοικτές και απελευθερωμένες αγορές κεφαλαίου, εμπορευμάτων και εργασίας, όπως αυτό που επιβάλλει η ένταξη μας στην ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο είναι αδύνατη η συντήρηση του κράτους πρόνοιας (πόσο μάλλον η επέκταση του), οι καλύτερες συντάξεις και η αναδιανομή του εισοδήματος προς όφελος των οικονομικά αδυνάτων.

 Άρα, το να υποστηρίζεται από τη ρεφορμιστική αριστερά ότι ο νεοφιλελευθερισμός είναι απλώς μια «κακή πολιτική» δηλαδή, αναστρέψιμος μέσα στο υπάρχον σύστημα, είναι πέρα για πέρα ουτοπικό, αν όχι παραπλανητικό.

Αντίστοιχα, είναι εξόχως υποκριτικό το να υποστηρίζεται απ τα δυο μεγάλα κόμματα ότι ο νεοφιλελευθερισμός θα ωφελήσει μακροπρόθεσμα (υποτίθεται μέσω των επενδύσεων θα μειωθεί η ανεργία) τα μη προνομιούχα στρώματα, τη στιγμή που η διεθνής εμπειρία (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία κ.λπ.) έχει δείξει ότι παρόμοιες «εξυγιάνσεις» κι «εκσυγχρονισμοί» οδήγησαν σε ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των προνομιούχων ελίτ και των λαϊκών στρωμάτων.

Το πρόβλημα επομένως δεν είναι η καλή ή η κακή λειτουργία του συστήματος ή η αναστροφή του νεοφιλελευθερισμού αλλά η ανατροπή των αιτίων που τον γεννούν. Μ άλλα λόγια εμείς οι εργαζόμενοι δεν πρέπει απλά να αμυνόμαστε αντιστεκόμενοι στην αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, την άρση της μονιμότητας κ.λπ., αλλά, παράλληλα με τους αμυντικούς μας αγώνες, να παλεύουμε για το χτίσιμο ενός κινήματος που θα έχει άμεσο στόχο την έξοδο της χώρας μας από την ΕΕ και μακροπρόθεσμο την εγκαθίδρυση μιας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας όπου την εξουσία θα την ασκούν οι ίδιοι οι πολίτες μέσα από τις τοπικές δημοτικές συνελεύσεις τους. Αυτό σημαίνει

Συλλογική ιδιοκτησία και έλεγχο των μέσων παραγωγής και διανομής (που θα διαχειρίζονται οι «δημοτικές» επιχειρήσεις τις οποίες θα ελέγχουν οι δήμοι μαζί με τους εργαζόμενους σε αυτές) ώστε να ικανοποιούνται για όλους οι βασικές ανάγκες (σίτιση, στέγαση, ιατρική κάλυψη, εκπαίδευση, συγκοινωνίες, πλήρης κοινωνική πρόνοια για όλους τους πολίτες κλπ)

Συλλογική λήψη όλων των σημαντικών αποφάσεων από συνελεύσεις άμεσης δημοκρατίας που συνέρχονται ανά Δήμο και συντονίζονται μεταξύ τους με εκλεγμένες επιτροπές (από εξουσιοδοτημένους με ειδικές εντολές και όχι «αντιπροσώπους»,) σε τοπικό επίπεδο και, σε περίπτωση συνομοσπονδιών παρομοίων δήμων, σε περιφερειακό, εθνικό, ή ακόμα και σε διηπειρωτικό επίπεδο.

Κατάργηση των διακρίσεων με βάση το φύλο, τη φυλή ή την εθνικότητα και την ενίσχυση του ατομικού και συλλογικού αυτοκαθορισμού.

Επανενσωμάτωση της κοινωνίας στη φύση και την εξάλειψη όλων των δραστηριοτήτων που βλάπτουν το περιβάλλον και υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής και την ανθρώπινη υγεία.